Σάββατο 23 Ιουλίου 2016

Ο ΒΟΜΒΑΡΔΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΛΥΣΗΣ ΣΤΙΣ 22 ΙΟΥΛΙΟΥ 1974

Ο ΒΟΜΒΑΡΔΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΛΥΣΗΣ ΣΤΙΣ 22 ΙΟΥΛΙΟΥ 1974

Ήταν 22 ιουλιου. Στο σπίτι μας στην οδό Ανδρεα Ζακου αρ. 8 είχε έρθει και η θεια μου η Μαρουλλα.
 Η μητερα μου και η θεια μου ασχολουνταν με την μπουγαδα μεσ’το πλυσταριο, ενώ ο αδελφός μου ο Σάββας και η αδελφή μου Λουλλα ήταν μέσα στην κουζινα. Εγώ ήμουν στην αυλή με το αυτι μου κολλημενο στο μικρό ραδιωφωνακι που μου είχε δώσει ο θειος μου ο Παμπος , πριν να πάει στον πόλεμο. Ακουγα τα πολεμικα ανακοινωθεντα και φουσκωνα από ενθουσιασμο, διότι από στιγμή σε στιγμή θα ερχόταν η Ελλάδα με την αεροπορία της για να μας βοηθήσει , και θα πετουσαμε τον εχθρο στη θαλασσα.

Η ώρα ήταν περίπου 1:30. Ξαφνικα ακούω αεροπλάνα να σκιζουν τον αερα! Είμαι σιγουρος ότι τα Ελληνικά φτερα εφτασαν επιτέλους στην Κύπρο. Στρεφω το βλεμμα μου στον ουρανό και μόλις και καταφερνω να διακρινω ένα αεριοθουμενο να πετα από πάνω μας. Προσπαθω να δω τα διακριτικά του για να καταλαβω αν είναι Ελληνικο η Τουρκικό. Η μανα μου φωναζει: «Γρήγορα μπες μέσα και είναι Τουρκικα». Της απαντω: «Τι λες ρε μανα ? Είναι Ελληνικά και ήρθαν να μας βοηθήσουν!»

Δεν προλαμβαινω να τελιωσω τη φραση μου, και ακούω μιαν τεράστια έκρηξη. Αλλοίμονο! Η μανα μου έχει δίκαιο!! Είναι Τουρκικά!! Τρεχουμε όλοι και μπαινουμε στο μπανιο. Νομιζουμε ότι η διπλή οροφη του θα μας προστατευσει.
Ο βομβαρδισμος του χωριού ξεκιναει. Πρώτα ακούμε το ανατριχιαστικο σφυριγμα της βομβας που πεφτει. Το σφυριγμα ακουγεται εντονο. Κοντά μας. Σίγουρα αυτή η βομβα θα πεσει πάνω στο σπίτι. Μετά ακουγεται η έκρηξη. Ουφ. Δεν ήταν πάνω μας. Ήταν αλλου.

Εγώ είμαι μπηγμενος κάτω από τον νεροχυτη. Ακούμε τα σφυριγματα των βομβων και είμαστε σιγουροι ότι ήρθε το τέλος μας.Ολοι μαζί  κλαιμε . Φωνάζουμε . Παρακαλούμε τον θεό να μας γλυτωσει. Ήταν το ποιο τρομακτικο πράγμα που εχω ζήσει στη ζωή μου. Ο βομβαρδισμος συνεχίζεται για ακόμα λίγα λεπτα που μας φανηκαν μια αιωνιότητα.

Τελικά τα αεροπλάνα φεύγουν, και εμείς ξεθαρευουμε και βγαινουμε από το μπανιο.
Το απόγευμα , παρ’όλες τις προειδοποιησεις , από τους μεγάλους ( ποιους μεγάλους?? Όλοι οι αντρες  ήταν στον πολεμο. Μόνο γυναίκες και παππούδες είχε στο χωριό), εγώ και ο φίλος  μου ο Λουης Κυπριανού, βγηκαμε στους δρόμους και στις γειτονιές ψαχνωντας για  θραυσματα από τις βομβες. Μαζεψαμε αρκετά κομματακια από τις σφαιρες των μυδραλιοβολων, που μυδραλιοβολουσαν αδιακριτα το χωριό. Γεμισαμε ένα πακετο των τσιγαρων 555.

Θύματα δεν εχαμε από τον βομβαρδισμο. Μόνο ένα η δυο σπίτια καταστραφηκαν.
Τις επόμενες μέρες , μπουλντοζες , εφτιαχναν στα άδεια οικοπεδα , προχειρα προχώματα, στο οποία τοποθετουσαν μια προχειρη στεγη με τσιγγους την οποία σκεπαζαν με χωμα. Για να μπορούμε να προστατευθουμε, δηθεν. Οι γειτονες τοποθετουσαν μέσα νερό και κονσερβες. Τα βρικαμε πολύ βολικα για παιχνιδι εμείς οι μικροί.

Στο σπίτι του παππου μου Βασίλη Ντακκα, υπήρχε προχωμα από πολύ παλιά . Μάλλον από τις δικοινοτικες φασαριες του ’63. Το ανοιξαν , και το καθαρισαν και εβαλαν και εκεί φαγητο και νερό. Πάντα το φοβομουν αυτό το προχωμα , ήταν πολύ βαθυ, νομιζα.
Κατά τις επόμενες μέρες , δεν έγινε καμιά άλλη επιθεση στο χωριό μας. Μόνο καμιά δυο υπερπτησεις μαχητικων , που μας εκανα να τρεξουμε τρεμωντας και να κρυφτουμε στα προχωματα.  

Παρ’όλα αυτά , εγω ήμουν με κολλημενο το αυτι στο ραδιοφωνακι , περιμενονταν να ακούσω για την αφιξη των Ελληνικων αεροπλανων. Και μόνον όταν το βαλαμε στα πόδια για να γλυτώσουμε , εκείνο το θλιβερό απόγευμα της 14ης Αυγουστου, μόνον τότε, κατάλαβα ότι «η Ελλάδα ήταν μακριά»…